παντέχω

παντέχω
παντέχω και απαντέχω περιμένω, αναμένω, προσδοκώ: Επειδή αθετώντας τους όρκους τους πολεμάμε, συμφορές γι' αυτό μας απαντέχουν.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • παντέχω — απαντέχω, προσδοκώ, περιμένω. [ΕΤΥΜΟΛ. < απαντέχω, με σίγηση τού αρκτικού α (βλ. λ. απαντέχω)] …   Dictionary of Greek

  • παντοχή — η [παντέχω] απαντοχή, καρτερία, προσδοκία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”